Wednesday, October 18, 2023

ΖΩΕΣ

 

Ζωές ανθρώπων
Ποικίλων τρόπων
Στοιβαγμενης
Στα τσιμέντα

Σκεπές ταράτσες
Νεύρα στις φάτσες
Τρομαγμένα
Κοπλιμέντα

Κεραίες πιάτα
Φθηνουν τα νιάτα
Κοιμώμενοι
Λουόμενοι

Μαύρα καλώδια
Φύσης εμπόδια
Ασύμμετρα
Τεμνομενοι

Κεραίες σύννεφα
Τρόμου τα σύνεργα
Παράθυρα
Λάφυρα

Βουνό η πόλη
Άσπρη πανωλη
Καμμένα
Λάστιχα

Saturday, September 30, 2023

Uncatchable light

 Stroking the quiet leaves 

Ornaments on city tanks

You mock the hands of trees

Right on the ether's banks


Good luck gift of nature 

Our spieces silent collaborator

Eternal sea salt adventure 

The darkness is our narrator


You birth and kill all existence 

The universe is your biology

You open and close all persistence 

Of every life's anthology


Aeons have passed and years 

My eyes can barely open 

My lungs are shut and my ears

Been looking for you in an oven


I seek on the skies on the mountains

I swallow the clouds and the mist 

The dark coming out of the fountains

My luck always loves me the least 


For everyone you 're always there 

My shadows and me eternaly fight

Tiniest human his sufering unfair

Forever in search of the uncatchable light

Wednesday, September 27, 2023

ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ

 Σηκώθηκε και φώτισε η βροχή

Του ψέματος

Πληγώθηκε κι αρρώστησε η φωτιά

Του αίματος

Με φάλαγγες ασκούμενες πιστά

Της κόλασης

Οσμουμενες ανήκουστα οστά

Της όρασης

Ανήλθε η απόλυτη φυγή

Στην έπαρση

Αρνήθηκε η ανουσα ζωή

Την έκκληση

Ζητήθηκε εκούσια σιγή

Και φώναξες

Πληρώθηκε του χρόνου η στιγμή

Και όρμησες

Ανεύθυνα ζυγώνεις τον αμνό

Ανέλπιστα

Ορμώμενος λαβώνεις τον ατμό

Και βέλτιστα

Αντέχω στο απάνεμο βουνό

Μοιραία

Χαζεύω των ονείρων τον ειρμό

Χυδαία

Μαλώνω τον γαλάζιο ουρανό

Στη μνήμη

Και σπάζω το αόρατο κενό

Στην κνήμη

Φορτίζω κάθε άθεο καλό

Κεραία

Και φτύνω έναν όσιο οχετό

Παρέα

Πιστεύω πως το παν ειν' αρκετό

Με σένα

Και σφάλλω ως απαίσιο φυτό

Στη γέννα

Αφιέρωσε μου λίγο αντοχή

Απόψε

Να δέσω την αβέβαιη ψυχή

Και κόψε

Αφύσικο φαντάζει το μικρό

Κεφάλι

Στον ύστατο απόγειο θνητό

Και πάλι

Πυρπόλησα το λάθος και σωστό

Στην πένα

Και χώρισα τον άσωτο υιό

Στη γέννα 

Thursday, September 21, 2023

ΠΥΡΟΣΒΕΣΙΣ

 

Ξυπόλητα τα κάτοπτρα ωθούν
Την άστοχη πορεία των εθνών
Μία ήσυχη φωτιά οριοθετούν
Στην άπειρη ανία των λυγμών

Ανέβα στη φυγή του εαυτού
Αναίρεσε την ύψιστη ζωή
Υφαινωντας τη γλώσσα του γκρεμού
Στην άριστη θανατια επιλογή

Μικρός κοιτούσα ουρανό
Ζυμώνοντας τ' ανούσιο κενό
Και τώρα που αρμέγω ποταμό
Τ' ανούσια παιδιά μου επαινω

Σε θάλασσα ανέργων αν πνιγώ
Μια άθλια καριέρα κάτω αφήνω
Ανθρώπινη ζωή σαν νοσταλγώ
Της όρασης το άλογο συστήνω

Σώσε την ουσία μ' αποκεφαλισμό
Καθετί που ζεχνει πολιτική
Κυρίευσε τη νύχτα κυβισμό
Ακύρωσε την άστοχη εποχή

Παλεύουμε τις πορνες της ζωής
Σε κυωνες αοράτου ηθικής
Τυφλοί συντάκτες της βροχής
Πυρόπληκτοι φυγάδες κατοχής

Η ΕΙΡΩΝΕΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

 Εν αρχή εις την αφέλεια και αισιοδοξία

Στον τραγικό χορό με τον παλμό του κόσμου

Μία απίθανη απόδραση απ' την ανυπαρξία

Ζώντας το κλάμα από τα έγκατα του τρόμου


Είσαι μια μάταιη αντίσταση στο χρόνο

Τρέφεις τα τέρατα και κειτεσαι εις πόνο

Με τη βαρύτητα, φθορά κι αρρώστια

Τρίβεσαι και παλεύεις από τα εντόσθια


Η μάταιη κι αιώνια αποφυγή του πόνου 

Στον ήχο της παραισθησης ελπίδας ευτυχιας

Ψυχασθενης ισόβια υπόλογος του φθονου 

Έρμαιο ξυπόλυτο τυφλό παιδί της ατυχίας 


Αν έπειτα σκοπό τολμήσεις να ονειρευτείς κάτι άλλο από το μέλι της επιβίωσης γευτείς 

Ξεχνάς, μόνο το θάνατο στο τέλος αναμένεις ανωφελα στη φήμη που θα μείνει επιμένεις 


Κι όμως το είδος μας το ελαττωματικό 

Χωρίς την αίσθηση σκοπού δυσλειτουργει 

Θέλει απόσπαση με καθετί μη ουσιαστικό 

Κι αναπαραγωγή το απόλυτο ναρκωτικό 


ΕΠΟΧΕΣ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ

 θυμάμαι χρόνους αθώους

Ενεργούς κι αφελείς

Σε παιχνίδια ιθαγενείς

Σε συναίσθημα ακραίους


Θυμάμαι φύσεις ευγενείς

Και ανθρώπους ωραίους

Στο βωμό κάποιου χρέους

Καταντησαν ειδεχθεις


Στα μικρά τους κουτιά

Βλέπουν ακαταστασία

Και καμία θυσία 

Δεν τ 'αφήνει καθαρά


Οι νευρώσεις μιλάνε

Μόνο μες τις ψυχές

Και το πλήθος στιγμές

Απ' την πίεση σκάνε


Όταν φεύγει η γαλήνη

Πλησιάζει το ψύχος

Ένας άχαρος ήχος

Η παναθλια ευθύνη


Τρόποι νόμοι και πολιτισμός

Εκπαίδευση και πειθαρχία

Επίφαση φάρσα κωμωδία

Κρυμμένος θανάτου παρωξισμος


Χαμένο το νόημα αυτής της ζωής

Καριέρα δουλεία κρυφή

Οι φόροι σου στην κορυφή

Κι εσύ ένας Σίσυφος της παρακμής


Πως να σε αγγίξει το φύλλο που κλαίει

Αφού στα τσιμέντα ζητάς ηδονή

Αφού τα αμάξια είναι αποστολή

Πως να σ'ακουμπησει το φως που δεν καίει


Ελπίδα καμία ν' αθωωθεις 

εγκλήματα κι αίμα άφθονο ρέει

Η παιδική μας φύση κλαίει

Απ' την οποία φαγώθηκες ν' απαγκιστρωθεις

ΑΠΙΑΣΤΟ ΦΩΣ

 Χαιδευεις τα ήσυχα φύλλα 

Στην πόλη στολιζεις δεξαμενές

 των δέντρων χλευαζεις την χείρα 

Δικές σου του αιθέρα οι ορμές 


Καλοτυχο δώρο της πλασης 

Του είδους κρυφός συνεργός 

Πατέρας στο αλάτι Θαλάσσης 

Του σκότους κρυφός απεργός 


Γεννας και σκοτώνεις υπάρξεις 

Στα σύμπαντα καθώς βιολογεις 

Αρχίζεις και κλείνεις τις πράξεις 

Της κάθε μακάβριας ζωής 


Αιώνες πέρασαν και χρόνια 

Κοιτώ με ισχνους οφθαλμούς 

Αδύναμος χωρίς τα πνευμονια 

Σε ψάχνω σε αγρίους καιρούς 


Κοιτώ στους αιθέρες στα όρη 

Σύννεφα καταπίνω κι ομίχλη 

Σκοτάδι ξερνουν όλοι οι χώροι 

Κι εγώ καταριέμαι την τύχη 


Για όλους να είσαι τρανό και παρόν 

Εγώ στο σκοτάδι μικρός μοναχός 

Ανήσυχο και θνησκων παραλυτο ον

Να ψάχνω για πάντα το άπιαστο φως 




ΞΕΣΠΑΣΜΑ

 Περί αιώνιας αυγής

Τα ξύλα ομιλούν

Στα νώτα της φυλής

Αφροί μεσουρανούν

Ελεύθεροι οι σκύλοι

Χαμένα τα βουνά

Συννεφιασαν οι φίλοι

Φιλιούνται τα ερπετά

Ώρα να ζήσουν τα φτερά

Να χτυπήσουν οι σκιές

Θέλουν αέρα τα στενά

Και φόβο οι φωλιές

Άπιστοι ήρωες φαλλοί

Πνίγουν τα όμορφα μωρά

Ανέστησαν ζημιές οι θυρωροι

Χτυπώντας τα πηνία φανερά

Κατέβηκε η κόρη της ντροπής

Νωρίτερα απ' την άσχημη σχισμή

Ανάψαμε τη νύστα της λευκής

Διαγώνια μια σπίθα αποχής

Τα σάλια του ανήκουστου φανού

Αδειασαν στα ηλιθια κεφάλια

Αρχαίοι κορακες άτριχου βλαστού

Οι λίμνες υπερπήδησαν κανάλια

Καιρός να ψήσουμε αρχηγούς

Να χτίσουμε ελεύθερα σμπαράλια

Καιρός να ξυσουμε πυρσους

Ν' ανέβουμε τριώροφα κοράλλια

Βουλωστε τους οσίους αγωγούς

Φορέστε ανυπόφορα φανάρια

Ελάτε να φιμωσουμε κισσους

Να φύγουμε αιώνια ρεμάλια 

Sunday, April 26, 2020

Το καρότο και το μαστίγιο

Στην ατέρμονη κίνηση βυθισου
Να σαστιζεις με κάθε κραδασμό
το κρυψινοο θετό φως απαρνησου
 Ολεθρια η έλξη στο διασυρμό

Στις άγονες της πληξης κοιλάδες
Καρφώνω ειρωνικους σταυρούς
ανθρώπινα γονίδια χαραδρες
Υπάλληλοι γι' αναξιους υπουργούς

Οι πόνοι μου οσμή από αστραπή
Τα άγχη μου πύρινες θυγατέρες
Αναλατη ζωή πίκρα συναισθητη
Ξεδιψασα στου ύπνου τις εταίρες

Φύτεψε μόνος σου τα τριπτυχα πτηνά
Στην ήρεμη ακίδα της καρδιάς σου
Κοπάδια με αισθήματα φτηνά
Κηδευουνε τον ήλιο στην υγειά σου

Σαλευουμε στις δέκα διαστάσεις
Και ψάχνουμε εφήμερη ηδονή
Ακλονητοι στο σύμπαν με συσπάσεις
Αφορητη σαρκωδης απειλή

Προσπάθειες και μύθοι συγγενείς
Πιέζουν για κοινότυπες καριέρες
Καθησε ήσυχα και άκου τους γονείς
Εντός συστήματος υπακουες καμαριέρες

Μην ασχολείσαι με ανθρώπινα παιγνια
Όπως τα χρήματα και ο πολιτισμός
Άκου τα κύματα και δες καμιά ταινία
Πριν σ ακουμπισει ο παγκόσμιος αυτισμός

Χίλιες φορές ανάπηρος τυφλός
Όχι υπάλληλος σε κάθε εταιρεία
Όχι αγχώδης γονέας φοβικος
Γίνε φυγάς με κάθε ευκαιρία






Thursday, October 26, 2017

Μια γιορτή

Μια γιορτη και μια ελπιδα
Οπως ολα καταναλωτικη
Ημιμαθιας καταιγιδα
Υπαρξη ασφυκτικη

Ειχα χρονο και σε ειδα
Σαν καταρα σε φυγη
Νιωθω συμπαν ως πατριδα
Μα την υπαρξη κενη

Εναν Ανθρωπο γυρευω
Απελπιζομαι συχνα
Υποκυπτω και σαλευω
Καθως πληττω στα ρηχα

Την ψυχη δεν τη χωνευω
Αν την ψαχνεις χαμηλα
Στο κεφαλι διαφεντευω
Πως κοιμαται τελικα

Μεσα σ' ολα κατι υπαρχει
Μην το πεις ομως Θεο
Ειναι μνημες απο αγχη
Στον παναρχαιο καιρο

Βλεπεις σ' ολα μια μαχη;
Εχεις προβλημα ιερο
Μονο η σκονη και η σταχτη
Γαληνευουν στο χαμο

Ειν' η κινηση αιωνια
Για εσενα δε ρωτα
Μην και παρεις μες τα χρονια
Τον αυτο σου σοβαρα

Ζησε σαν τα χελιδονια
Πιο χυδαια  και ξερα
Σιγολιωνουνε τα πιονια
Ανθρωπαρια στη στερια

Απελπισία

Είναι καποιοι ανθρωποι απελπισμενοι να μιλησουν.
Να μιλησουν σε καποιον αφου δε μπορουν στον εαυτο τους.
Καποιες σκεψεις τους ρηχες κι αλλες υποπτες.
Υποπτες αφου ο μικρος τους κοσμος τους πιεζει συνεχως.
Θεαματικες εκπνοες δυσφοριας συστηματικα ξεφευγουν απο τα στοματα τους.
Τα στοματα τους αυθαιρετα στεκονται αποξηραμενα απο το αγχος κατω απο τα αδεια ματια τους.
Βυθισμενοι στη ρουτινα της ελλειψης δημιουργηκοτητας.
Δημιουργηκοτητα που δεν μπορεσαν να αγγιξουν ουτε ως παιδια.
Μπερδεμενοι για ολα, θυματα θρησκοληψιας και φτηνων προφητειων.
Προφητειων ξεπουλημενων κατα συρροη σε βιβλια και περιοδικα.
Απελπισια που δε μπορει να λυτρωθει απο τις πενιχρες θρησκειες.
Θρησκειες φτηνα ληγμενα πολιτισμικα προιοντα που ταριχευονται για να συνεχισουν να διατηρουν συμφεροντα.
Φοβος εχει καταβαλει την ολοτητα της υπαρξης τους.
Της υπαρξης αυτης που συνεχως τους βασανιζει.
Ακουγοντας τους αναρωτιεσαι ποσες αλλοιωσεις και παραισθησεις χωρανε πλεον στο συλλογικο ασυνειδητο.
Το ασυνειδητο αυτο που αντι να εχει καθαρισει λογω της επιστημονικης προοδου εχει θολωσει στο επακρον.
Παραπονα και μετανοιες εχουν σμιλεψει το προσωπο τους.
Το προσωπο τους που για παντα θα απορει με το αγνωστο και το αδιανοητο.
Υπευθυνοι ομως για την επιλογη τους να το αντιμετωπησουν με την ψευτια της πιστης αντι με την οδο της γνωσης.
Τη γνωση που εντελει μαθαινουν να μισουν και να φοβουνται.
Παλευουν με τα ενστικτα της αναπαραγωγης χωρις να μπορουν να τα κατανοησουν.
Να κατανοησουν τι τωρα πια που οποιαδηποτε συνειδηση θα τους διελυε;
Ανασφαλεια καλπαζουσα αποδυναμωνει μυαλο και σωμα.
Σωμα που για χρονια συστηματικα παραμελουν κι υποσεινηδητα μισουν.
Οι στιγμες απογνωσης αποτελουν την καθημερινη τους ρουτινα.
Ρουτινα αποσυνθεσης και τηλεορασοπληκτης καταναλωτικης υποκουλτουρας.

Thursday, June 30, 2011

ΤΟ ΕΓΩ ΚΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΑΚΟΣ

Δεν αποζητώ πολλά, ταπεινά πορεύομαι
υστερικά και χαμηλόφωνα πάλλομαι
στατικά διεκδικώ το να διαστέλλομαι
εις την αλήθεια επιβάλλομαι
μην με ρωτάς τι θέλω εγώ
εγώ ζητώ τ' απόλυτο να είμαι
πάντα και παντού πιο πάνω απ' όλα
να 'μαι το Άλφα και το Ωμέγα κάθε ώρα
να επωφελούμαι απ' τη ζωή των πάντων
για μένα φέγγουνε οι ήλιοι των συμπάντων
εγώ σηκώνω την αυγή
εγώ μιλώ στο βράδυ
πριν το πρωί να κοιμηθεί.
Άσε με να κυριαρχώ στη σκέψη σου
μα και στων άλλων.
Άσε με να παρεκτραπώ στη θέση σου
με κρούσματα κυμβάλλων.
Εγώ να μαι κυρίαρχος
σ' αισθήματα και τρόπους.
Εγώ μόνο να δέχομαι
ευγνώμονες ανθρώπους.
Εγώ να μαι το Εγώ
και σαν εμέ καννένας
την ύπαρξή σου να τραφώ
εκεί που ήσουν να σταθώ
απέραντος πυθμένας.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Ξαπόστασα έν' απόβραδο λειψό
στο μαυροκόκκινο πεδίο των μαχών μου
ελπίζοντας σε μάταιη θεά
ανήθικη δοκός επιδιώξεών μου
ακροβατώντας χωρίς υπόστεγο πλεκτό
στην τερατόμορφη κραυγή των γειτονιών μου
μια κοινωνία δίχως φτερά
φυγόδικος στην άκρη των μαλλιών μου
χαμόγελο για τους νεκρούς καθ' όλα υπαρκτό

Χρειάζεται να καταστώ πιο αιματηρός
παράφρων χασάπης του καλού και του κακού
πανέμορφα μοιραίος
υπερευέληκτος χορευτής στο βλέμμα του γκρεμού
προσκυνητής της ματαιότητας του μετρίου
απρόσκλητα φυγαδευμένος στο κύμα του σεισμού
περήφανα χυδαίος
στο μεταξένιο οχετό του ανθρώπινου μυαλού
πεθαίνωντας με κάθε εξημέρωση θηρίου

Friday, October 22, 2010

ΚΑΤΙ ΗΘΕΛΑ

Κάτι ήθελα να γράψω
έν' απόσταγμα σοφίας
μία θλίψη συγκυρίας
με το δάκρυ θα υπογράψω

Κάτι σκέφτηκα να θίξω
σαν συναίσθημα λεπτό
μα προτού να το σκεφτώ
βιοπάλη θα μυρίσω

Κάτι θέλησα να πω
μια πελώρια ελευθερία
σε μια κρύα ειρωνεία
αμιγώς θα σκλαβωθώ

Κάτι μπήκε στο μυαλό
σαν πολύχρωμη μανία
μια θεόμουρλη αμαρτία
μα ξεχάστηκε κι αυτό

Κάπως ήθελα να ζήσω
σαν παιδί κι εγώ μικρό
τόλμησα να ονειρευτώ
όμως τ' όνειρο αυτό
σαν νεκρό το πήρα πίσω

Wednesday, February 10, 2010

BRAVE FAKE HOPE

My brave new fake hope
in my cobwebbed mind
saw you 've returned again
thin voice like thunder
in all though vain
suppliant of continuity
in an unbearable life
common for all, diachronic liar
for all the modern stressed
full of thorns plants
training in a school of nothing
for a future of better intakes
financially of course.
Hope whore you annoy me
you 're a present disease
you walk around our streets
you paint everything in pink
while heaven awaits
six billion suicide victims...

WHAT I LIVE

I live by default only in two states.
Strength and disillusionment.
A strength that is healthy, selfish, oppressive,
some times reassuring but other times rabid.
But always a strength secure, natural, made out of
water and air, a piece compatible with
my existence and I adopt it in full harmony
inside my cry.

And then disappointment, a goddess forever
pointed bearing cold gifts.Feeding on people being social.
Out of a haunted world but redeeming,
made out of fire and frost,
far more real and honest than anything else,
incredibly persuasive and absolute.
I fancy welcoming her in all formalities
thus honoring her.
Knowing that she is the womb of all my ideas.

Monday, February 8, 2010

LEAP

I want to be like my cat
a careless walk after the rain
in a drawer out of aggravating matters
a nefarious employee of a civil couchette
trying to see the spire
on Antifont's bed
that constantly expands
meaning of life?
or easy poetry?

(for all the drug addicted poets)

SHIPBUILDER

As I was being built by the shipbuilder
under a perfect frenzy
two angry winds
sickened his hand,
for a trickle got lost
the eminent equilibrium.
Friend one with the water
is never born.
Thus I saw as lamentation
my first sailing.
But as soon as the golden showered sea
married my spotless wood
a sweet conscience of acceptance
dressed my head.
Yearning for the winds
to be my adversaries
in black unfortunate open seas
lay peaks to master
up on the grey wounded horizon
seeking for its blue.
Always inside my madness
there's a concern melting me
for my imbalanced deck
that sails over the waves.
Laughing times go by
and angry seasons
but now my sight
in wailing expires
on a magic sequence
of islands
thousands of hidden paradises
with a charming amnesia.
They never concerned me
or drunk I'd forget
small indifferent wastes
that quietly got more and more.
With acute power and bravery
swallowed tons of water
until on a dead beach made of darkness
without realising a thing got shipwrecked.
I stand arid
forgetting the sun
which goes up and down like mad
always getting away
becoming homesick of the foam
constantly cursing
a sinister shipbuilder
that ruined my glory
before I was even born.

Wednesday, February 3, 2010

POISONING

Cries of joy, voices new life's fires festive splendors of pleasure out of control fertility fair embryonic whirlwind of creation Satiated on immense heights Undertaking monstrosities seeking moderation and harmony, words and deeds, in one head beauty, in two hands responsibility and the air now in a plain room Actor and then man For now thick silence, death's veil Wear it as your mind goes dry Haven't escaped the grim reaper. So be it, since everything is closed Dreams where did you get lost? Full of joy we 've opened the windows for the end's arrival our most proper mother thus singing a salvation song

Tuesday, January 19, 2010

ΑΡΝΗΤΙΚΟ ΦΟΡΤΙΟ

Ρευστές εικόνες ανταλλάσσουν
αποχρώσεις, μεταπηδώντας από
άβυσσο σε άβυσσο κραυγάζουν
ν' ακουστούν μες την ανία

Κλεισμένοι μάγοι σε φαράγγια
λουσμένοι με μια νυσταγμένη
λάμψη, υπολείμματα σωμάτων άγια
κι η αμφίεση ν' ανεμίζει απαστράπτουσα

Ενοχλητική σύγχυση αγνώστου
ποιότητας κι αιτίας να παιδεύει,
καθώς κάθε ματιά ξεβάφει
ότι αγγίζει, σαν ζάλη περιττεύει

Ανόητοι κι όξινοι αιωρούνται
οι ήχοι, με μια ειρωνεία
κι οι δειλοί σ' αυτό αρκούνται
εφ' όσον ενυπάρχει ευφορία

Μ' ένα αργό μπλε
να πλημμυρίζουνε το χώμα...